Η διατροφή είναι ήδη καθοριστικής σημασίας για τη διαχείριση ασθενειών όπως ο διαβήτης ή η υπέρταση, όμως μια νέα μελέτη, που ακόμη είναι σε προκαταρκτικό στάδιο, ενισχύει προηγούμενες έρευνες, σύμφωνα με τις οποίες θα μπορούσε επίσης να παίξει σημαντικό ρόλο και στη θεραπεία του καρκίνου.
Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε σήμερα στην επιστημονική επιθεώρηση Nature, δείχνει ότι ο δραστικός περιορισμός ενός αμινοξέος, το οποίο βρίσκεται κυρίως στο κόκκινο κρέας και τα αυγά, αύξησε την αποτελεσματικότητα της χημειοθεραπείας και της ακτινοθεραπείας στα ποντίκια, επιβραδύνοντας την ανάπτυξη των όγκων.
Είναι ωστόσο πάρα πολύ νωρίς ακόμη για να εξαχθούν συμπεράσματα για τον άνθρωπο, υπογράμμισε ο Τζέισον Λόκασεϊλ, ο βασικός συντάκτης του άρθρου, που είναι καθηγητής στο πανεπιστήμιο Ντιουκ της Βόρειας Καρολίνας. Η ομάδα του περιόρισε την πρόσληψη μεθειονίνης στα ποντίκια, ενός αμινοξέος που είναι απαραίτητο για τη λειτουργία του οργανισμού αλλά λαμβάνεται μόνο μέσω της τροφής, επειδή το σώμα δεν την παράγει από μόνο του.
Το αμινοξύ αυτό χρησιμοποιείται επίσης από τα καρκινικά κύτταρα για να αναπτυχθούν.
Οι ερευνητές πειραματίστηκαν με αυτήν την περιοριστική δίαιτα σε υγιή ποντίκια, για να επαληθεύσουν αρχικά ότι θα είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα στον μεταβολισμό τους. Κατόπιν την επέβαλαν και σε ποντίκια που έπασχαν από καρκίνο του παχέος εντέρου ή από σάρκωμα των μαλακών ιστών, έναν σπάνιο τύπο καρκίνου. Η χορήγηση μιας πολύ ήπιας δόσης χημειοθεραπείας, που από μόνη της δεν αναμενόταν να έχει κάποιο αποτέλεσμα στον καρκίνο του παχέος εντέρου, διαπιστώθηκε ότι προκάλεσε μια «αξιοσημείωτη μείωση της ανάπτυξης του όγκου».
Το ίδιο αποτέλεσμα παρατηρήθηκε όταν συνδύασαν τη μείωση της μεθειονίνης με την ακτινοβολία στα ποντίκια που έπασχαν από σάρκωμα μαλακών ιστών.
«Τα καρκινικά κύτταρα λιμοκτονούν όταν τους στερούμε ορισμένες θρεπτικές ουσίες», εξήγησε ο Τζέισον Λόκασεϊλ στο Γαλλικό Πρακτορείο. «Ασφαλώς δεν πρόκειται για το φάρμακο κατά του καρκίνου» όμως «δείχνει ότι υπάρχουν πολύ ενδιαφέρουσες αλληλεπιδράσεις με την τροφή που καταναλώνουμε, το πώς αυτό αλλάζει τον μεταβολισμό (…) και πώς αυτές οι αλλαγές στον μεταβολισμό των κυττάρων θα μπορούσαν να έχουν κάποια επίπτωση στην ανάπτυξη των όγκων», πρόσθεσε.
Σε ένα πρώτο βήμα για να επεκτείνουν τη μελέτη τους και στον άνθρωπο, οι ερευνητές χορήγησαν αυτήν τη φτωχή σε μεθειονίνη δίαιτα σε έξι υγιείς ανθρώπους επί τρεις εβδομάδες. Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι επιπτώσεις στον μεταβολισμό τους ήταν παρόμοιες με εκείνες που παρατηρήθηκαν στα ποντίκια, κάτι που ενισχύει την υπόθεση ότι μια τέτοια διατροφή θα μπορούσε να έχει κάποια επίπτωση και σε ορισμένους όγκους στον άνθρωπο.
«Προτού να εξάγουμε συμπεράσματα για τους διατροφικούς περιορισμούς ως προσέγγιση για τη θεραπεία του καρκίνου, απαιτούνται μελέτες στον άνθρωπο», προειδοποίησε ο Πολ Φαρόα, καθηγητής επιδημιολογίας του καρκίνου στο πανεπιστήμιο Κέιμπριτζ, που δεν συμμετείχε στη μελέτη.
Ο καθηγητής Λόκασεϊλ επισήμανε από την πλευρά του ότι οι κλινικές μελέτες για τη διατροφή συχνά δυσκολεύονται να βρουν χρηματοδότη, γιατί τα αποτελέσματά τους είναι δύσκολο να αξιοποιηθούν από οικονομικής άποψης.