Απρόσμενα ευρήματα μελέτης σε χιλιάδες εθελοντές που διήρκησε 17 χρόνια. Τι λένε οι ερευνητές. Τελικά οι υπερβολές είναι επικίνδυνες για την υγεία ακόμα και όταν αφορούν κάτι τόσο ωφέλιμο όσο η καλή (HDL) χοληστερόλη. Αυτό τουλάχιστον υποδηλώνει νέα μελέτη που έδειξε πως όσοι έχουν πολύ υψηλή ή πολύ χαμηλή HDL διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσουν άνοια!
Φυσικά αυτό δεν σημαίνει πως η HDL είναι η αιτία της άνοιας. Υποδηλώνει όμως πως από μία ηλικία και μετά, η καλή χοληστερόλη παίζει κάποιο ρόλο στην ανάπτυξή της.
Η καλή (HDL) χοληστερόλη αποκαλείται έτσι επειδή ασκεί καρδιοπροστατευτική δράση. Τα επίπεδά της είναι αυξημένα σε όσους γυμνάζονται συστηματικά και τρώνε υγιεινά. Δεν είναι, όμως, η πρώτη φορά που διαπιστώνεται ότι οι ηλικιωμένοι καλό θα ήταν να μην τρώνε νυχθημερόν χόρτα και όσπρια, διότι ο οργανισμός τους έχει ανάγκη και άλλα συστατικά.
Οι προγενέστερες μελέτες για το θέμα όμως είχαν ασαφή ευρήματα. Επιπλέον, η παρούσα μελέτη συμπεριέλαβε μεγάλο αριθμό εθελοντών και είχε παρατεταμένη περίοδο παρακολουθήσεως, δήλωσε η επιβλέπουσα ερευνήτρια Dr. Maria Glymour, καθηγήτρια Επιδημιολογίας & Βιοστατιστικής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Σαν Φρανσίσκο (UCSF).
Η νέα μελέτη
Τα νέα ευρήματα δημοσιεύονται στην ιατρική επιθεώρηση Neurology. Οι ερευνητές ενέταξαν στη μελέτη τους 184.367 εθελοντές, ηλικίας 55 ετών και άνω κατά την έναρξή της. Κανένας τους δεν είχε διαγνωστεί με άνοια όταν δήλωσε συμμετοχή σε αυτήν.
Η ένταξη των εθελοντών έγινε σταδιακά μεταξύ 2002 και 2007. Οι ερευνητές παρακολούθησαν την πορεία της υγείας τους έως το 2020. Για τους σκοπούς της μελέτης, μέτρησαν 2-3 φορές την χοληστερόλη τους κατά την πρώτη διετία από την έναρξη της μελέτης.
Η μέση τιμή της HDL σε όλους τους εθελοντές ήταν τα 53,7 mg/dl. Αυτό σημαίνει πως οι μισοί είχαν παραπάνω από αυτή την τιμή και οι υπόλοιποι λιγότερη. Η καλή χοληστερόλη θεωρείται επαρκής όταν υπερβαίνει:
- Τα 40 mg/dl στους άνδρες
- Τα 50 mg/dl στις γυναίκες
Με βάση τα επίπεδα της HDL, οι ερευνητές χώρισαν τους εθελοντές τους σε πέντε κατηγορίες.
Τα ευρήματα
Έως το τέλος της μελέτης, 17 χρόνια μετά την έναρξή της, οι 25.214 από τους εθελοντές είχαν εκδηλώσει άνοια. Οι ερευνητές συνέκριναν τη χοληστερόλη όσων νόσησαν με εκείνην των εθελοντών χωρίς άνοια.
Όπως διαπίστωσαν, όσοι είχαν την υψηλότερη καλή χοληστερόλη είχαν κατά 15% περισσότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν άνοια. Αντίστοιχα, όσοι είχαν την χαμηλότερη καλή χοληστερόλη διέτρεχαν κατά 7% μεγαλύτερο κίνδυνο, σε σύγκριση με όσους είχαν ενδιάμεσες τιμές.
Τα ευρήματα αυτά ίσχυαν παρότι οι επιστήμονες έλαβαν υπ’ όψιν και άλλους παράγοντες κινδύνου για άνοια, όπως:
- Η κατανάλωση αλκοόλ
- Η υπέρταση
- Η καρδιαγγειακή νόσος
- Ο σακχαρώδης διαβήτης
Αντιθέτως, τα επίπεδα της κακής (LDL) χοληστερόλης, που αυξάνεται με τα πολλά κρέατα και λιπαρά, δεν φάνηκε να παίζουν ρόλο.
«Ήταν απρόσμενη η αύξηση του κινδύνου άνοιας με την πολύ υψηλή και πολύ χαμηλή HDL χοληστερόλη», είπε η Dr. Glymour. «Η διαφορά είναι μικρή και δεν είμαστε βέβαιοι για την κλινική σημασία της. Σίγουρα όμως υποδηλώνει ότι η χοληστερόλη έχει πολύπλοκη σχέση με την υγεία».
Ιστορικό και Στόχοι: Οι συσχετίσεις της χοληστερόλης λιποπρωτεϊνών υψηλής και χαμηλής πυκνότητας (HDL-C και LDL-C) με τον κίνδυνο άνοιας στη μετέπειτα ζωή μπορεί να είναι περίπλοκες και λίγες μελέτες έχουν επαρκή δεδομένα για να μοντελοποιήσουν μη γραμμικότητες ή να προσαρμοστούν επαρκώς για τη στατίνη χρήση. Αξιολογήσαμε τις συσχετίσεις παρατήρησης της HDL-C και της LDL-C με περιστατική άνοια σε μια μεγάλη και καλά χαρακτηρισμένη κοόρτη με δεδομένα συνδεδεμένης έρευνας και ηλεκτρονικού αρχείου υγείας (EHR).
Μέθοδοι: Τα μέλη του προγράμματος υγείας Kaiser Permanente Βόρεια Καλιφόρνια ηλικίας 55 ετών και άνω που ολοκλήρωσαν μια έρευνα συμπεριφοράς υγείας μεταξύ 2002 και 2007, δεν είχαν ιστορικό άνοιας πριν από την έρευνα και είχαν εργαστηριακές μετρήσεις χοληστερόλης εντός δύο ετών μετά την ολοκλήρωση της έρευνας, παρακολουθήθηκαν έως τον Δεκέμβριο του 2020 για περιστατική άνοια (Άνοια που σχετίζεται με τη νόσο του Alzheimer [ADRD]· Alzheimer, αγγειακή και/ή μη ειδική άνοια) με βάση τους κωδικούς ICD9 ή ICD10 σε EHR. Χρησιμοποιήσαμε μοντέλα Cox για περιστατικά άνοιας με χρόνο παρακολούθησης που αρχίζει 2 χρόνια μετά την έρευνα (μετά τη μέτρηση της χοληστερόλης) και λογοκρίνεται στο τέλος της ιδιότητας μέλους, του θανάτου ή στο τέλος της περιόδου μελέτης. Αξιολογήσαμε τις μη γραμμικότητες χρησιμοποιώντας b-splines, προσαρμοσμένες για δημογραφικούς, κλινικούς και συγχυτικούς παράγοντες έρευνας και δοκιμάσαμε για τροποποίηση της επίδρασης με βάση την ηλικία έναρξης ή την προηγούμενη χρήση στατινών.
Αποτελέσματα: Συμπεριλήφθηκαν 184.367 συμμετέχοντες [μέση ηλικία στην έρευνα 69,5 ετών, μέση HDL-C=53,7 mg/dL (SD = 15,0), LDL-C=108 mg/dL (SD = 30,6)]. Οι υψηλότερες και χαμηλότερες τιμές HDL-C συσχετίστηκαν με αυξημένο κίνδυνο ADRD σε σύγκριση με το μεσαίο πεμπτημόριο: Η HDL-C στο χαμηλότερο πεμπτημόριο συσχετίστηκε με HR 1,07 (95% CI: 1,03-1,11) και HDL-C στο υψηλότερο πεμπτημόριο συσχετίστηκε με HR 1,15 (95% CI: 1,11-1,20). Η LDL-C δεν συσχετίστηκε με τον κίνδυνο άνοιας συνολικά, αλλά η χρήση στατινών τροποποίησε ποιοτικά τη συσχέτιση. Η υψηλότερη LDL-C συσχετίστηκε με ελαφρώς μεγαλύτερο κίνδυνο ADRD για χρήστες στατινών (53% του δείγματος, HR ανά 10 mg/dL αύξηση=1,01, 95% CI: 1,01-1,02) και χαμηλότερο κίνδυνο για μη χρήστες (HR ανά 10 mg/dL αύξηση=0,98· 95% CI: 0,97-0,99). Υπήρχαν στοιχεία για τροποποίηση της επίδρασης ανά ηλικία με γραμμική HDL-C (p=0,003) αλλά όχι LDL-C (p=0,59).