Μια πολύ σημαντική ανακάλυψη σχετικά με τον νέο κορωνοϊό (COVID-19) ανακοίνωσαν ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Πεκίνου και το Ινστιτούτο Παστέρ της Σαγκάης, που διεξάγουν υπό την καθοδήγηση της Κινεζικής Ακαδημίας Επιστημών από τις αρχές Ιανουαρίου έρευνα για την προέλευση, την μορφολογία και την εξέλιξη του συγκεκριμένου ιού.
Το πρώτο εύρημα του προσχεδίου της μελέτης τους είναι πως τις λοιμώξεις προκαλούν δύο κύριοι τύποι του κορωνοϊό (τον αναφέρουν στην μελέτη ως “SARS-Cov-2 “), τους οποίους και ονομάζουν “τύπο-L” και “τύπο-S” λόγω των διαφορών που έχουν εντοπίσει σε όλες τις φάσεις της έρευνάς τους.
Η προκαταρκτική έρευνα που έκαναν έδειξε ότι ο “τύπος-L” είναι ο πιο επιθετικός τύπος του νέου κορωνοϊού, συνδέεται με το ξέσπασμα της επιδημίας στην πόλη Ουχάν της Κίνας, εκδηλώνεται πιο γρήγορα, οι ασθενείς εμφανίζουν εντονότερα συμπτώματα και αντιστοιχεί στο 70% των στελεχών που αναλύθηκαν ως σήμερα.
Το υπόλοιπο 30% των στελεχών συνδέεται με τον “τύπο-S”, έναν λιγότερο επιθετικό τύπο του κορωνοϊoύ. Ο συγκεκριμένος τύπος του ιού είναι παλαιότερος, θεωρείται από τους ερευνητές ως η “πατρογονική μορφή” του κορωνοϊού, η εμφάνισή του είναι πιο συνηθισμένη σε ασθενείς των τελευταίων εβδομάδων. Ιδιαίτερη σημασία δόθηκε στην ανισορροπία της εμφάνισης των δυο τύπων μετά τα τέλη Ιανουαρίου, όπου μειώθηκε δραστικά ο εντοπισμός του “τύπου-L”, παρότι αρχικά είχε επικρατήσει σχεδόν καθολικά.
Η μια εξήγηση ήταν ότι τα συμπτώματα του “τύπου-L”, ήταν πιο έντονα και οι γιατροί έσπευσαν να απομονώσουν και να επιδιώξουν να αποθεραπεύσουν τους ασθενείς, που είχαν εισαχθεί σε νοσοκομεία. Η δεύτερη εξήγηση ήταν η μεγαλύτερη ευκολία εντοπισμού των ασθενών, που είχαν προσβληθεί από τον “τύπο-L”. Αυτός το γεγονός (ο συνδυασμός προτεραιότητας και ευκολίας εντοπισμού) περιόρισε την εξάπλωση αυτού του τύπου ενώ αντίθετα ο ηπιότερος τύπος του κορωνοϊού (“τύπος-S”) δεν αντιμετωπίστηκε εξίσου δυναμικά και πολλά περιστατικά πέρασαν χωρίς ανίχνευση μέχρι την εμφάνιση των πρώτων έντονων συμπτωμάτων.
Η έρευνα όμως επισημαίνει πως αυτές οι εξηγήσεις δεν φαίνεται να παρέχουν επαρκή αιτιολόγηση για την επικράτηση του επιθετικού “τύπου-L” του κορωνοϊού σε άλλες περιοχές (και χώρες) μετά το μεγάλο ξέσπασμα στην Ουχάν.
“Τα ευρήματα αυτά υποστηρίζουν σθεναρά τη θέση ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη για περαιτέρω άμεσες, συνολικές μελέτες που να συνδυάζουν γονιδιωματικά δεδομένα, επιδημιολογικά δεδομένα και γραφήματα των κλινικών συμπτωμάτων των ασθενών που έχουν εμφανίσει την ασθένεια του νέου κορωνοϊού υπογραμμίζουν στην (προκαταρκτική) μελέτη, που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση National Science Review της Κινεζικής Ακαδημίας Επιστημών, οι ερευνητές από την Κίνα που μελετούν την προέλευση του COVID-19 (ή “SARS-CoV-2”). Προτείνουν μάλιστα στις κυβερνήσεις να κινηθούν πιο αποτελεσματικά και επιθετικά για την ανίχνευση, την αντιμετώπιση και τον περιορισμό του ασθενέστερου τύπου του κορωνοϊού ( “τύπος-S”) που συνεχίζει να εξαπλώνεται σε όλο τον κόσμο.
Αξίζει να σημειωθεί πως η συγκεκριμένη ομάδα των ερευνητών επισήμανε ότι η ανάλυσή τους στηρίχθηκε στην εξέταση περιορισμένης έκτασης δεδομένων και ότι χρειάζονται περαιτέρω αναλύσεις ευρύτερων συνόλων δεδομένων για να κατανοηθεί καλύτερα η εξέλιξη του ιού. Σύμφωνα με πληροφορίες το τελικό πόρισμα της μελέτης τους αναμένεται να δημοσιευτεί στο τέλος του έτους, προκειμένου να ενσωματώσει και να αξιολογήσει περισσότερα δεδομένα από μεγαλύτερο αριθμό κρουσμάτων και ασθενών του κορωνοϊού . {πηγή}