Βαριές ήταν οι ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις σε παιδιά και εφήβους την περίοδο του lockdown, από τις 23 Μαρτίου έως τις αρχές Μαΐου, στη χώρα μας. Αγχος και εκνευρισμός, καταθλιπτικές τάσεις και συγκρούσεις μέσα στο σπίτι, έλλειψη ενδιαφερόντων και αδυναμία διαχείρισης της πρωτόγνωρης κατάστασης ήταν μερικά από τα φαινόμενα που καταγράφηκαν στην Ελλάδα, αλλά και διεθνώς.
Αποκαλυπτικό είναι το γεγονός πως κατά τη διάρκεια του φετινού Απριλίου τετραπλασιάστηκαν οι κλήσεις στη Γραμμή «ΜΕΥποστηρίζω» 800 11 800 15 στη Μονάδα Εφηβικής Υγείας (ΜΕΥ) της Β΄ Παιδιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
«Τηλεφώνησαν κυρίως γονείς, στην πλειονότητα εφήβων αγοριών (αναλογία 3 προς 1) για θέματα που αφορούσαν κυρίως τη δυσλειτουργική χρήση του Διαδικτύου. Υπήρξαν περιπτώσεις αγοριών με συμπεριφορά εξάρτησης, που εκφράστηκαν με βία όταν οι γονείς προσπάθησαν να θέσουν όρια, ενώ άλλοι γονείς –συχνότερα κοριτσιών– ανέφεραν υπερβολική χρήση των κοινωνικών δικτύων και απομόνωση, παραμέληση μελέτης και διατροφικές παρεκτροπές. Σε πολλά παιδιά έλειπαν η κανονικότητα του σχολείου, οι φίλοι τους και η δομημένη καθημερινότητα, ενώ άλλα ανέφεραν ότι τα διαδικτυακά μαθήματα τα δυσκολεύουν και σίγουρα δεν μπορούν να αντικαταστήσουν το μάθημα μέσα στην τάξη», λέει στην «Κ» η κ. Αρτεμις Τσίτσικα, αναπληρώτρια καθηγήτρια της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Εφηβικής Ιατρικής.
Μια πρώτη καταγραφή των ψυχοκοινωνικών επιπτώσεων σε παιδιά και εφήβους κατά την περίοδο του «Μένουμε Σπίτι» παρουσίασαν στο 13ο State of the Αrt, Συνέδριο Εφηβικής Υγείας, που ολοκληρώνεται σήμερα, οι κ. Αρτεμις Τσίτσικα, Ανδρονίκη Σταυρίδου και Αγγελίνα Στεργιοπούλου, αμφότερες ψυχολόγοι, που παρακολουθούν το μεταπτυχιακό «Στρατηγικές αναπτυξιακής και εφηβικής υγείας». Με βάση, λοιπόν, εμπειρικά δεδομένα από την Ελλάδα και διεθνείς δημοσιεύσεις, την περίοδο της καραντίνας ενισχύθηκαν, μεταξύ παιδιών και εφήβων, οι αγχώδεις εκδηλώσεις, καθώς ο περιορισμός στο σπίτι και ο φόβος μετάδοσης της COVID-19 συσχετίστηκαν με ήπια έως και σοβαρά συμπτώματα άγχους, καθώς και σύγχυση, φοβίες, μετατραυματικό στρες και αϋπνία. Οι οικογενειακές συγκεντρώσεις και επισκέψεις περιορίστηκαν, κυρίως λόγω φόβου μετάδοσης του ιού από τα νεότερα μέλη στους ηλικιωμένους, και αυτό μετέβαλε σημαντικά την καθημερινότητα προκαλώντας συναισθηματικές απώλειες στα παιδιά και σημαντικές πρακτικές δυσκολίες σε όλη την οικογένεια.
Ενα καταθλιπτικό συναίσθημα σκέπασε τις ζωές αρκετών εφήβων, καθώς η παρατεταμένη αποχή από την καθημερινή ρουτίνα του σχολείου και η απόσταση από φίλους και δραστηριότητες είχαν ως αποτέλεσμα το έλλειμμα κινήτρου και τη μελαγχολική διάθεση. Παρατηρήθηκαν μείωση ενδιαφέροντος για ευχάριστες δραστηριότητες, μείωση εξωτερικών δραστηριοτήτων, εκτεταμένη χρήση κινητού τηλεφώνου και γενικά στάση παραίτησης και έλλειμμα προοπτικής/αισιοδοξίας. Κατά τη διάρκεια της καραντίνας, τα παιδιά με Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος (ΔΑΦ), δυσκολεύτηκαν ιδιαίτερα στο να ακολουθήσουν βασικές οδηγίες και περιορίστηκαν σημαντικά η ανεξαρτησία τους και οι ευκαιρίες φυσικής άσκησης και δραστηριότητας, με αποτέλεσμα ένταση, εκρήξεις θυμού και βίαιες συμπεριφορές.
Τα παιδιά με διαταραχή ελλειμματικής προσοχής – υπερκινητικότητας (ΔΕΠ-Υ) ήταν ιδιαίτερα νευρικά, με επιπλέον δυσκολίες στη συγκέντρωσή τους και την τήρηση του καθημερινού προγράμματος, ενώ έκαναν υπερβολική διαδικτυακή χρήση. Δεν μπορούσαν να συγκεντρωθούν και να υλοποιήσουν καθημερινές δραστηριότητες, όπως περιέγραψαν οι γονείς τους. Παιδιά και έφηβοι με διαταραχές πρόσληψης τροφής (ανορεξία – βουλιμία) αποδιοργανώθηκαν σε σημαντικό βαθμό και παλινδρόμησαν. Ορισμένες περιπτώσεις είχαν σημαντικές επιπτώσεις και χρειάστηκαν νοσηλεία. Το κλείσιμο των γυμναστηρίων δημιούργησε ανασφάλεια και αίσθημα απώλειας και απομόνωσης σε εφήβους με ορθορεξία (ιδιαίτερη έως υπερβολική προσκόλληση σε κανόνες υγιεινής διατροφής και άσκησης). Παιδιά με διαδικτυακή συμπεριφορά εξάρτησης παρουσίασαν επιδείνωση, με σημαντική σωματική επιβάρυνση, έλλειμμα σωματικής άσκησης και κατανάλωση ανθυγιεινών σνακ μπροστά στην οθόνη, διαταραχές ύπνου και αναστροφή του ωραρίου, καθώς και παραμέληση της σωματικής τους υγιεινής.
Προκλήσεις εξαιτίας της πανδημίας αντιμετώπισαν και οι γονείς, οι οποίοι εμφανίζονταν περισσότερο αγχωμένοι, με μεγαλύτερες διακυμάνσεις στη διάθεση και αυξημένη ανησυχία για τις επιπτώσεις της COVID-19 στα παιδιά τους. Ωστόσο, η χρήση της τεχνολογίας φάνηκε να είχε θετικές επιδράσεις σε αυτόν τον τομέα, καθιστώντας τους επαγγελματίες υγείας διαθέσιμους μέσω ψηφιακών πλατφορμών, περιορίζοντας τις αγχώδεις εκδηλώσεις και τα καταθλιπτικά συμπτώματα τόσο των παιδιών, εφήβων και νεαρών ενηλίκων, όσο και των γονέων τους.
Αξιοσημείωτο είναι, ωστόσο, πως την περίοδο του περιορισμού κυκλοφορίας δόθηκε ο χρόνος και η ευκαιρία σε όλους να επαναπροσδιορίσουν στόχους, να ενδυναμώσουν σχέσεις και να κάνουν όνειρα, να εκτιμήσουν τα κεκτημένα και να ανεβάσουν τον πήχυ αξιών. Πολλές οικογένειες βρέθηκαν περισσότερη ώρα μαζί, μοιράστηκαν εμπειρίες και σκέψεις. «Είναι πολύ σημαντικό να μιλάμε στα παιδιά. Τα παιδιά που δεν ενημερώνονται, διαισθάνονται ότι κάτι συμβαίνει, ακούν ψιθύρους και μισόλογα και νιώθουν αγωνία, γίνονται ευερέθιστα, αντιδρούν. Ιδιαίτερα για τα μεγαλύτερα παιδιά και τους εφήβους χρειάζεται επιχειρηματολογία και παράθεση επιστημονικών δεδομένων προκειμένου να αισθανθούν υπεύθυνοι, να αναπτύξουν ενσυναίσθηση και να ενεργοποιηθούν», τονίζει η κ. Τσίτσικα. «Η αισιοδοξία και το θετικό κλίμα είναι εξαιρετικής σημασίας για τη συνεργασία των παιδιών. Επεξηγούμε ότι η κρίση θα ξεπεραστεί, πως μπορούμε να μάθουμε πολλά από αυτήν και να γίνουμε καλύτεροι, πιο υπεύθυνοι, ενεργοί και πειθαρχημένοι, με ευαισθησία στο κοινό καλό», συμπληρώνει.
Για ενημέρωση – συμβουλευτική υπάρχει δυνατότητα επικοινωνίας χωρίς χρέωση με την τηλεφωνική γραμμή ΜΕΥποστηρίζω 800 11 800 15, καθημερινά, πλην Σαββατοκύριακου και αργιών, από 09.00 έως 15.00.