Ο κίνδυνος για κάθε μεμονωμένο ασθενή είναι σχετικά μικρός, αλλά το πρόβλημα είναι πιο σοβαρό σε επίπεδο πληθυσμού, αν ληφθεί υπόψη, σύμφωνα με τους επιστήμονες, ότι ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων παίρνει αυτά τα φάρμακα, τα οποία είναι ευρέως συνταγογραφούμενα σε όλο τον κόσμο.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον αναπληρωτή καθηγητή επιδημιολογίας και ογκολογίας Λοράν Αζουλέ του Πανεπιστημίου ΜακΓκιλ του Μόντρεαλ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό British Medical Journal (BMJ), ανέλυσαν στοιχεία για σχεδόν ένα εκατομμύριο ασθενείς άνω των 18 ετών, οι οποίοι έπαιρναν φάρμακα κατά της υπέρτασης. Από αυτούς, σε χρονικό διάστημα περίπου έξι ετών, σχεδόν οι 8.000 διαγνώσθηκαν με καρκίνο των πνευμόνων.
Διαπιστώθηκε ότι όσοι έπαιρναν τα συγκεκριμένα φάρμακα («αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτασίνης»-ΑΜΕΑ), είχαν κατά μέσο όρο 14% μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου των πνευμόνων, σε σχέση με όσους έπαιρναν άλλα φάρμακα για την υπέρταση (τους «αναστολείς των υποδοχέων της αγγειοτασίνης»). Για όσους χρησιμοποιούσαν επί τουλάχιστον μια δεκαετία τα φάρμακα ΑΜΕΑ, ο κίνδυνος καρκίνου ήταν αυξημένος κατά 31%.
Τα φάρμακα ΑΜΕΑ θεωρούνται αποτελεσματικά για τη μείωση της υψηλής πίεσης του αίματος. Η αύξηση του κινδύνου για καρκίνο φαίνεται να οφείλεται στο ότι μπορούν να αυξήσουν μέσα στους πνεύμονες το επίπεδο ορισμένων χημικών ουσιών όπως η βραδυκινίνη, η οποία μπορεί να πυροδοτήσει την ανάπτυξη καρκινικών κυττάρων.
Οι ερευνητές ζήτησαν το θέμα να μελετηθεί περαιτέρω και σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων. Από την άλλη, επεσήμαναν ότι, σε ατομική βάση, θα πρέπει να ζυγιασθεί για κάθε ασθενή ο αυξημένος κίνδυνος καρκίνου, σε σχέση με το όφελος για το προσδόκιμο ζωής του χάρη στη μείωση της υπέρτασης από τα φάρμακα ΑΜΕΑ, όπως γράφει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.