Αυτό υποστηρίζει νέα μελέτη, που δημοσιεύεται στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Pediatrics.
Η ΔΕΠΥ αποτελεί μία από τις συχνότερες νευρο-αναπτυξιακές διαταραχές που εμφανίζονται στην παιδική ηλικία και χαρακτηρίζεται από διάσπαση προσοχής, παρορμητικότητα και υπερκινητικότητα.
Αν και τα ακριβή αίτια εμφάνισής της δεν έχουν ξεκαθαριστεί, παλαιότερες μελέτες έχουν δείξει πως η ποιότητα της διατροφής ενδεχομένως να παίζει κάποιο ρόλο.
Ερευνητές από πανεπιστήμιο της Ισπανίας θέλησαν να εξετάσουν κατά πόσο η προσκόλληση στο μεσογειακό διατροφικό πρότυπο συνδέεται με την πιθανότητα διάγνωσης ΔΕΠΥ.
Για το σκοπό αυτό, ανέλυσαν δεδομένα από 120 παιδιά και εφήβους ηλικίας 6 έως 16 ετών, εκ των οποίων το 50% είχαν διαγνωσθεί με ΔΕΠΥ.
Η διατροφική πρόσληψη των παιδιών αξιολογήθηκε με τη χρήση ερωτηματολογίων συχνότητας κατανάλωσης τροφίμων από τα οποία προσδιορίστηκε ο βαθμός προσκόλλησης στο πρότυπο της μεσογειακής διατροφής.
Συνολικά, τα παιδιά με υψηλότερο βαθμό προσκόλλησης στη μεσογειακή δίαιτα ήταν λιγότερο πιθανό να έχουν διαγνωσθεί με ΔΕΠΥ.
Επιπλέον, το ποσοστό εμφάνισης ΔΕΠΥ φάνηκε να είναι υψηλότερο μεταξύ των παιδιών που κατανάλωναν υψηλές ποσότητες γλυκών και σακχαρούχων ροφημάτων και είχαν χαμηλή πρόσληψη λιπαρών ψαριών.
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, αν και ο σχεδιασμός της μελέτης δεν αποδεικνύει σχέση αιτίας και αποτελέσματος, εν τούτοις φαίνεται πως οι διατροφικές συνήθειες πιθανόν να σχετίζονται σε ένα βαθμό με την ανάπτυξη ΔΕΠΥ.
Σε κάθε περίπτωση, καταλήγουν, οι παρατηρούμενες συσχετίσεις θα πρέπει να διερευνηθούν από περισσότερες μελέτες.