Πράγματι, πλήθος μελετών τα τελευταία χρόνια έχουν συσχετίσει την κατανάλωση αλλαντικών με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου -κυρίως του πεπτικού συστήματος- και άλλων χρόνιων νοσημάτων.
Πόσο συχνά, λοιπόν, μπορούν να καταναλώνουν αλλαντικά τα παιδιά και ποια προϊόντα είναι προτιμότερο να επιλέγονται;
Ουσιαστικά, τα «ανθυγιεινά» συστατικά των αλλαντικών είναι αφενός τα κορεσμένα λιπαρά και το νάτριο, που όταν προσλαμβάνονται σε υψηλές ποσότητες ασκούν επιβαρυντική δράση στη λειτουργία του καρδιαγγειακού συστήματος, και αφετέρου τα νιτρώδη και νιτρικά άλατα, που ενοχοποιούνται για ανάπτυξη καρκίνων του πεπτικού συστήματος, καθώς και διαταραχών του μεταβολισμού της γλυκόζης και της λειτουργίας των αγγείων.
Συνεπώς, οι γονείς συστήνεται να επιλέγουν αλλαντικά με χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, όπως το άπαχο ζαμπόν ή το φιλέτο γαλοπούλας και να αποφεύγουν προϊόντα όπως το μπέικον, τα σαλάμια και τα λουκάνικα. Σε κάθε περίπτωση όμως, θα ήταν καλό να καταναλώνονται με μέτρο, αφού δεν παύουν να περιέχουν και συστατικά που φαίνεται ότι δρουν επιβαρυντικά για την υγεία.