Αν και η έρευνα βρίσκεται σε αρχικό στάδιο και θα απαιτηθούν ακόμα αρκετά χρόνια περαιτέρω δοκιμών, οι ερευνητές αισιοδοξούν ότι η ανακάλυψη θα μπορούσε να οδηγήσει μελλοντικά στην ανάπτυξη νέου τύπου μη τοξικών φαρμακευτικών θεραπειών, οι οποίες θα αξιοποιούν τις φυσικές άμυνες του ασθενούς και θα τις κινητοποιούν κατά του ιού.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Μάικ Μάλιμ του Τμήματος Λοιμωδών Νόσων του King’s College του Λονδίνου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “Nature”, σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερ, δήλωσαν ότι το εν λόγω γονίδιο ΜΧ2 φαίνεται να παίζει ρόλο-κλειδί στον τρόπο που ο ιός HIV ελέγχει τα ανθρώπινα κύτταρα.
Ο Μάλιμ χαρακτήρισε την ανακάλυψη «υπερβολικά ενδιαφέρουσα» και είπε ότι προωθεί την κατανόηση των επιστημόνων για το πώς ο ιός αλληλεπιδρά με το ανοσοποιητικό σύστημα. «Έως τώρα ξέραμε πολύλίγα για το γονίδιο ΜΧ2, όμως τώρα πια διαβλέπουμε τόσο τη δυνητική δράση του κατά του ιού, όσο και ένα ευάλωτο σημείο-κλειδί στον κύκλο ζωής του HIV», πρόσθεσε.
Οι Βρετανοί ερευνητές έκαναν πειράματα στο εργαστήριο με δύο ομάδες ανθρώπινων κυττάρων, στις οποίες εισήγαγαν τον ιό HIV. Στη μία ομάδα είχε ενεργοποιηθεί το γονίδιο ΜΧ2 και στην άλλη όχι. Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι ενώ στα κύτταρα όπου είχε γίνει απενεργοποίηση του συγκεκριμένου γονιδίου, ο ιός πολλαπλσιάστηκε και εξαπλώθηκε, στην πρώτη ομάδα το γονίδιο ΜΧ2 φάνηκε να «φρενάρει» τον ιό, ο οποίος δεν μπορούσε πλέον να αντιγράψει τον εαυτό του και έτσι να επεκταθεί.
Όπως είπαν οι ερευνητές, θα μπορούσαν στο μέλλον να αναπτυχθούν νέα φάρμακα που είτε μιμούνται το ρόλο του γονιδίου, είτε το ενεργοποιούν στον οργανισμό του ασθενούς.
Περίπου 34 εκατ. άνθρωποι έχουν παγκοσμίως μολυνθεί με τον ιό του AIDS. Αν και υπάρχουν πλέον αρκετά φάρμακα που επιτρέπουν στους ασθενείς να ζουν πολλά χρόνια και με ικανοποιητική ποιότητα ζωής, συχνά έχουν παρενέργειες, ενώ ο ιός μπορεί να αναπτύξει σταδιακά αντίσταση μετά από μακρόχρονη φαρμακευτική θεραπεία.