Όπως εξηγεί ο Ανδρέας Μελιδώνης, παθολόγος- διαβητολόγος, συντονιστής διευθυντής α’Α Παθολογικής Κλινικής & Διαβητολογικού Κέντρου του Τζάνειου Νοσοκομείου, το ενδιαφέρον των επιστημόνων στρέφεται προς τις ινκρετινικές αγωγές, οι οποίες οδηγούν σε βελτίωση της γλυκαιμικής ρύθμισης, ελαχιστοποιούν τον κίνδυνο υπογλυκαιμίας, μειώνουν το σωματικό βάρος και ελαχιστοποιούν τις ανεπιθύμητες ενέργειες που κατά τους επιστήμονες είναι και το ζητούμενο, προσφέροντας καλύτερη ποιότητα ζωής στους ασθενείς. Η υπογλυκαιμία εκδηλώνεται με αίσθημα πείνας, εφίδρωση, ζάλη και μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε κώμα.
«Πρόκειται για μια συχνά εμφανιζόμενη και πολύ δυσάρεστη ανεπιθύμητη ενέργεια που οφείλεται συνήθως στη θεραπευτική αγωγή και αφορά ασθενείς, ιατρούς, καθώς και το σύστημα υγείας. Στόχος μας είναι να επιλεγεί η κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή ώστε να ελεγχθεί η εξέλιξη της νόσου και να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα εμφάνισης υπογλυκαιμίας», σημείωσε ο κ. Μελιδώνης, προσθέτοντας πως πλέον έχουμε στη διάθεσή μας νεότερα, ασφαλέστερα και πολύ αποτελεσματικά φάρμακα, όπως η βιλνταγλιπτίνη, που βοηθούν τον ασθενή μειώνοντας τον κίνδυνο υπογλυκαιμίας.
Η υπογλυκαιμία δεν είναι μόνο μια δυσάρεστη κατάσταση για τον ασθενή, αλλά και για τα συστήματα υγείας με άμεσες και έμμεσες οικονομικές επιπτώσεις, επισημαίνουν οι επιστήμονες. «Ο διαβήτης και άλλες χρόνιες ασθένειες κοστίζουν πολλά στα συστήματα υγείας», ανέφερε ο επίκουρος καθηγητής Παθολογίας του Αττικού Νοσοκομείου, Παναγιώτης Χαλβατσιώτης. Οι παγκόσμιες δαπάνες, σύμφωνα με τη Διεθνή Ομοσπονδία για το Διαβήτη, υπολογίζονται σε περισσότερα από 471 δισ.
δολάρια και μέχρι το 2030 εκτιμάται ότι θα υπερβούν τα 595 δισ. δολάρια.
Στη χώρα μας, σύμφωνα με πρόσφατα δεδομένα από την Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, το 12%-13% του προϋπολογισμού για την υγεία δαπανάται για την αντιμετώπιση του διαβήτη, με το 50%-70% αυτών των πιστώσεων να κατευθύνονται προς την αντιμετώπιση των επιπλοκών της ασθένειας. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, ο αρρύθμιστος διαβητικός ασθενής έχει διπλάσιο κόστος συγκριτικά με τον ρυθμισμένο διαβητικό ασθενή.
«Ο διαβήτης ως πανδημία είναι προ των πυλών», σημειώνουν οι επιστήμονες. Η Διεθνής Ομοσπονδία για το Διαβήτη εκτιμά ότι περισσότεροι από 371 εκατ.
άνθρωποι πάσχουν από διαβήτη και ο αριθμός τους αναμένεται να αγγίξει τα 552 εκατ. το 2030. Σύμφωνα με μελέτες, το ποσοστό των ανθρώπων με διαβήτη στην Αμερική αγγίζει το 8,5%, και τουλάχιστον το 3,5% δεν γνωρίζουν ότι πάσχουν από την ασθένεια. Το 36% βρίσκεται στο στάδιο του προδιαβήτη (διαταραγμένη γλυκόζη νηστείας, διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη) διατρέχοντας πενταπλάσιο κίνδυνο να εμφανίσουν διαβήτη, ενώ στην Κίνα το ποσοστό αυτό αγγίζει το 50%.
Στην Ελλάδα, ανέφερε ο κ. Χαλβατσιώτης το ποσοστό των διαβητικών ασθενών, σύμφωνα με μελέτες που ολοκληρώθηκαν πριν από τέσσερα χρόνια, άγγιζε το 9,5%, εκφράζοντας τη βεβαιότητα ότι το ποσοστό αυτό σήμερα θα έχει αυξηθεί αισθητά.
«Η οικονομική κρίση και τα επακόλουθα της, η κακή διατροφή και το άγχος αυξάνουν το διαβήτη». Σύμφωνα με τον κ. Μελιδώνη ένα επιπλέον δυσάρεστο φαινόμενο λόγω οικονομικής κρίσης, είναι η αδυναμία των ασθενών να προμηθεύονται τα φάρμακά τους, με αποτέλεσμα, να παρατηρείται αύξηση των περιστατικών υπογλυκαιμίας στους ασθενείς με διαβήτη. «Παρατηρείται το φαινόμενο ασθενείς να καταφεύγουν σε διαφορετικές αγωγές από αυτές που συνταγογραφεί ο θεράπων ιατρός (παλιότερα και φθηνότερα φάρμακα), βάζοντας σε κίνδυνο την υγεία τους», τόνισε ο κ. Μελιδώνης.
Οι επιστήμονες επισημαίνουν την αναγκαιότητα της πρόληψης και της σωστής αντιμετώπισης της ασθένειας, καθώς η πλειονότητα των επιπλοκών μπορεί να προληφθούν με την έγκαιρη διάγνωση και τη σωστή θεραπεία, προσφέροντας στον ασθενή καλύτερη ποιότητα ζωής και στο σύστημα υγείας αποτελεσματικότερη διαχείριση των δαπανών.